Ανδρέας Αντζουλής δ.φ.

Από το «natura come [†]forza» του Kant στο «sensi della determinate Luce e del Suono» του Hegel. Η ανάγκη αναψηλάφησης του «αλλοτύπωτου γερμανισμού» στο ώριμο έργο του Διονυσίου Σολωμού.

[Άρθρο | Πρώτη δημοσίευση: Περιοδικό Μανδραγόρας, τχ. 60 (Άνοιξη- Καλοκαίρι 2019)]

Αφετηριακό σημείο των σολωμικών σπουδών θεωρείται, αναμφίβολα, η έκδοση των Ευρισκομένων (1859) από τον Ιάκωβο Πολυλά. Ως γνωστό, ο πρώτος αυτός κριτικός του Σολωμού, αμέσως μετά τον θάνατο του ποιητή (1857), θέλοντας να προβεί στην πρώτη έκδοση του έργου του, συγκεντρώνει το άτακτο υλικό των σολωμικών χειρογράφων και το αντιγράφει με παραδειγματική αφοσίωση και συνέπεια¹. Η πρώτη αυτή συστηματική μεταγραφή της χειρόγραφης δουλειάς του ποιητή δεν θα δει ποτέ το φως της δημοσιότητας. Στη βάση αυτού του υλικού, ο Πολυλάς, θα δημοσιεύσει, δύο χρόνια αργότερα, τα Ευρισκόμενα, ό,τι δηλαδή είχε “βρει” στο σπίτι του ποιητή αμέσως μετά τον θάνατό του.

Με τα «Προλεγόμενα» των Ευρισκομένων, ο Πολυλάς θα δώσει ένα από τα πρώτα δείγματα της νεοελληνικής κριτικής, τοποθετώντας, για πρώτη φορά, το σολωμικό έργο στα κοινωνικά – ιστορικά και αισθητικά του συμφραζόμενα. Ταυτόχρονα, θα προβάλει, ήδη από το 1859, την ορθή μέθοδο εργασίας στις σολωμικές σπουδές: η περίπτωση του Διονυσίου Σολωμού δεν μπορεί να εξεταστεί ανεξάρτητα από τα Αυτόγραφα Έργα, τους Στοχασμούς, τις Σημειώσεις, τα φιλοσοφικά – αισθητικά αναγνώσματα αλλά και την Αλληλογραφία του. Αξιομνημόνευτο δείγμα κριτικής θα δώσει, με αφορμή και πάλι το έργο του Σολωμού, ο Γεώργιος Καλοσγούρος με τα δικά του «Προλεγόμενα» στην έκδοση των ιταλικών ποιημάτων του Σολωμού (1902)². Είναι γνωστό ότι κάτι ανάλογο με τον Πολυλά επιχειρεί νωρίτερα και ο Εμμανουήλ Στάης με την εμπεριστατωμένη μελέτη του για τον Λάμπρο του Σολωμού, την πρώτη κριτική μελέτη για το σολωμικό έργο³.

Η ενασχόληση με το πρωτογενές υλικό των Αυτόγραφων Έργων δεν μπορεί να προσπεράσει το μεταφραστικό έργο του Νικόλαου Λούντζη, που βρίσκεται συγκεντρωμένο στους είκοσι τέσσερις κώδικες της Ζακύνθου και στον έναν κώδικα της Εθνικής Βιβλιοθήκης. Μισόν αιώνα, μετά την πρώτη περιγραφή των κωδίκων της Ζακύνθου από τον Louis Coutelle⁴, έξι σχεδόν δεκαετίες μετά τη λεπτομερή περιγραφή του εικοστού πέμπτου κώδικα (χφ 3092), της Εθνικής Βιβλιοθήκης, από τον Λ. Πολίτη⁵ και τρεις σχεδόν δεκαετίες μετά την τελευταία αυτοψία και μελέτη των σωζόμενων κωδίκων από τον Γιώργο Βελουδή⁶, η αναψηλάφηση του ζητήματος των γερμανικών επιδράσεων στο ώριμο έργο του Σολωμού, θα πρέπει να γίνει στη βάση μίας συστηματικής ερμηνευτικής προσέγγισης του περιεχομένου των εν λόγω κωδίκων⁷.

Είναι προφανές, ότι η στροφή του ποιητή προς τα μεγάλα συνθέματα της ωριμότητας συνδέεται με την έντονη ενασχόλησή του με τα φιλοσοφικά – αισθητικά κείμενα και τις προσλαμβάνουσες της ρομαντικής ποίησης. Αυτό μαρτυρεί πρώτος ο Πολυλάς, σημειώνοντας στα «Προλεγόμενά» του ότι ο Κρητικός παρέμενε άγνωστος στον στενό κύκλο του ποιητή, αφού «ο Σολωμός δεν έδειχνε πλέον κανενός τα συγγράμματά του»⁸, υπονοώντας προφανώς την κυριολεκτική απομόνωσή του κατά την κερκυραϊκή περίοδο (1828-1857)⁹. Μοναδικές εξαιρέσεις το 1829 όπου δημοσιεύει σε χειρόγραφη μορφή την ωδή Εις Μοναχήν10 και το 1834 όπου δημοσιεύει στην Ιόνιο Ανθολογία το απόσπασμα 25 του Λάμπρου («Η δέηση της Μαρίας και το Όραμα του Λάμπρου») έργο, όμως, που είχε ολοκληρωθεί στην προηγούμενη φάση της ποιητικής του παραγωγής και συγκεκριμένα το 182611. Το 1857 θα δημοσιευτεί, επίσης, στο περιοδικό Πανδώρα το ποίημα Η Φαρμακωμένη¹².

Τα γερμανικά – φιλοσοφικά αναγνώσματα του ποιητή, καθόλα ξένα προς τον κανόνα της αληθοφάνειας και τον κλασικιστικό ορίζοντα προσδοκιών, προκάλεσαν, ως γνωστό, την άμεση αντίδραση του Σπ. Ζαμπέλιου που με τον αντισολωμικό λιβελλό του, το Πόθεν η κοινή λέξις τραγουδώ; Σκέψεις περί ελληνικής ποιήσεως (1859) – ο οποίος ακολουθεί άμεσα την έκδοση των Ευρισκομένων – θα υποτιμήσει την πνευματική συγκρότηση και αυτονομία του Σολωμού, και θα θεωρήσει ότι στην εποχή της ώριμης ποιητικής δημιουργίας συντελείται μία αποπλάνηση του Σολωμού από «μαθητήν τινά νεωστί […] επιστρέψαντα εκ Γερμανίας», η οποία οδηγεί σε «αυτομόλησιν του δημοτικού Υμνογράφου προς τον ετερούσιον και αλλοτύπωτον γερμανισμόν».

Σύμφωνα με τον Ζαμπέλιο, η επαφή του Σολωμού με τον «αλλοτύπωτον γερμανισμόν» ήταν υπεύθυνη για τον αποσπασματικό χαρακτήρα του έργου του. Η τέχνη του Σολωμού δεν ήταν «ελευθέρα των μεταφυσικών κρίσεων και αφαιρέσεων» και μετεωρίζοντας τη διάνοια «υπεράνω του κοινού καταληπτικού», έδωσε έργα ασύμβατα με τις προσδοκίες του νέου ελληνικού κράτους. Ο Ζαμπέλιος αναγνωρίζει, χωρίς να το αντιληφθεί, το υψηλότερο ποιητικό επίτευγμα του Σολωμού χαρακτηρίζοντάς το ως έλλειψη «ιδυλλιακής απλότητος» που «συναναφέρει πολλάκις την ιδέα εις ύψη Πινδαρικά, απρόσιτα προς το άπτερον του πλήθους καταληπτικόν»¹⁶.

Η άμεση απάντηση του Πολυλά με το Πόθεν η μυστικοφοβία του κ. Σπ. Ζαμπέλιου; (1860), υπεραμύνεται του περιεχομένου των «Προλεγομένων» και της διαπιστωμένης πια σχέσης του ώριμου σολωμικού έργου με τον Γερμανικό Ιδεαλισμό:

Την απλότητα αυτήν της ποιητικής μορφής, μέσα εις την οποίαν κρύβεται το βάθος του νοήματος, εννοούσε ο Σολωμός, όταν εσυμβούλευε τον εαυτό του. «ας εργάζεται (το ποίημα) αδιάκοπα για την αληθινήν ουσία, αλλά εις τρόπον ώστε να μη το καταλάβουν ειμή οι νόες οι γυμνασμένοι και βαθείς». ο ποιητής δεν ήθελε να ήναι ακατανόητος εις το πλήθος (ανοησία την οποία του αποδίδει ο Κ.Ζ.), αλλ’ απόβλεπε εις εκείνην την λεπτότητα της τέχνης, την οποία προσπαθεί να επιτύχει ο αληθινός καλλιτέχνης, ώστε, ενώ τα πλάσματά του ενεργούν εις το αίσθημα και εις τη φαντασία του πλήθους, η καλλιτεχνική εργασία να μην ήναι φανερή παρά εις τα πνεύματα τα γυμνασμένα να εμβαθύνουν εις την πνευματικήν ουσία και εις τους λόγους της τέχνης ¹⁷. […]. Αλλά η μελέτη των υψηλών ζητημάτων της φιλοσοφίας και της ποιητικής δεν του ενάρκωσε το πνεύμα, δεν του εθόλωσε τη λαμπρότητα της φαντασίας, δεν του εμάρανε την δροσερότητα του αισθήματος και η καθαρή ποιητική έμπνευσις φαίνεται και εις τον Λάμπρο και μάλιστα εις αυτά τα αποσπάσματα της υστερινής εποχής του […], εναντίον των οποίων λυσσομανεί ο ιδεομάχος Κριτικός.

¹ Σύμφωνα με τον Λίνο Πολίτη, «το πρώτο πράγμα που έκαμε [ο Πολυλάς] ήταν να καθαρογράψει όλα αυτά τα χαρτιά που ήταν τόσο δυσανάγνωστα, και τ ́αντέγραψε γραμμή προς γραμμή, σελίδα προς σελίδα – θέλω να πω πως ακολούθησε το ίδιο χώρισμα σε γραμμές και σε σελίδες με το πρωτότυπο. Κι ακόμη: όπου υπήρχε κενό στο χειρόγραφο του Σολωμού, το άφηνε κι ο Πολυλάς στο αντίγραφό του, όπου ήταν κάτι διαγεγραμμένο, το διέγραφε κι αυτός στο αντίγραφο, ό,τι ήταν προσθεμένο πάνω από τη γραμμή, το πρόσθετε πάνω από τη γραμμή και ο ίδιος»: Λίνος Πολίτης, «Τα χειρόγραφα του Σολωμού. Ένας θησαυρός που σώθηκε» [1954]: Γύρω στον Σολωμό, Μελέτες και άρθρα (1938-1982), Αθήνα, Μ.Ι.Ε.Τ 31995, 250.

² Γεώργιος Καλοσγούρος, «Προλεγόμενα» (1902): Δ. Σολωμού. Τα ιταλικά ποιήματα, (πρόλογ.-μτφρ.: Γεώργιος Καλοσγούρος), Αθήνα, Ελευθερουδάκης 21921.

³ Εμμανουήλ Στάης, «Κριτική. Ο Λάμπρος του Σολωμού» (1853): Σολωμός. Προλεγόμενα Kριτικά Στάη – Πολυλά – Ζαμπέλιου, (επιμ.: Α.Θ. Κίτσος-Μυλωνάς / επίμ.: Νίκος Καλταμπάνος), Αθήνα, εκδ. Γαβριηλίδης 22004, 15-40.

⁴Louis Coutelle, «Οι μεταφράσεις του Νικόλαου Λούντζη για τον Σολωμό (Οι κώδικες της Ζακύνθου)» [1965]: Πλαισιώνοντας τον Σολωμό (1965-1989), Αθήνα, Νεφέλη 1990, 21-48.

⁵Λίνος Πολίτης, «Ο Σολωμός και η γερμανική φιλοσοφία και ποίηση (Ένα χειρόγραφο με μεταφράσεις για τον Σολωμό)», [1957]: Γύρω στον Σολωμό. Μελέτες και άρθρα (1938-1982), Αθήνα, Μ.Ι.Ε.Τ 31995, 319-347.

⁶ Γιώργος Βελουδής, Διονύσιος Σολωμός. Ρομαντική ποίηση και ποιητική. Οι γερμανικές πηγές, Αθήνα, Γνώση 1989, 21-57.

⁷ Οι παρατηρήσεις και τα συμπεράσματα που εδώ αναφέρονται έχουν προκύψει από πρόσφατη αυτοψία των είκοσι πέντε κωδίκων από τον γράφοντα. Η αυτοψία κατέστη δυνατή μετά από σχετική άδεια του Μουσείου Σολωμού και Επιφανών Ζακυνθίων και της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος. Τα πορίσματα της νέας και λεπτομερούς μελέτης των υπό εξέταση κωδίκων καθώς και η σχέση των τελευταίων με το ώριμο έργο του Σολωμού, συγκεντρώνονται στο υπό έκδοση βιβλίο του γράφοντος με τίτλο: Έννοια, πρόσληψη και αναπαράσταση του Υψηλού στο ώριμο έργο του Διονυσίου Σολωμού. Μία νέα ανάγνωση των χειρόγραφων κωδίκων με τις μεταφράσεις του Νικόλαου Λούντζη για τον Σολωμό, Αθήνα 2019.

⁸ Ιάκωβος Πολυλάς, «Προλεγόμενα: Διονυσίου Σολωμού τα Ευρισκόμενα» (1859): Σολωμός. Προλεγόμενα Kριτικά Στάη – Πολυλά – Ζαμπέλιου, (επιμ.: Α.Θ. Κίτσος-Μυλωνάς / επίμ.: Νίκος Καλταμπάνος), Αθήνα, εκδ. Γαβριηλίδης 22004, 70.

⁹ Οι γερμανικές αναζητήσεις του ποιητή εμπίπτουν στην περίοδο της κερκυραϊκής του «απομόνωσης» (1828-1857) και συνεπώς στην περίοδο των μεγάλων ποιητικών συνθέσεων. Η ενασχόλησή του με τα μεγάλα ποιητικά συνθέματα αρχίζει ήδη από την περίοδο της παραμονής του στη Ζάκυνθο (1818-1828). κορυφώνεται, ωστόσο, στη φάση της απομόνωσής του στην Κέρκυρα. Οι διάφορες επεξεργασίες του Λάμπρου (1824-1826, 1833-1834), της Γυναίκας της Ζάκυθος (1826, 1829, 1833) και των Ελεύθερων Πολιορκημένων (1826, 1833-1844, 1844-1849) αλλά και η σύνθεση του Κρητικού (1833-1834) και του Πόρφυρα (1847-1849) εμπίπτουν, κυρίως, στη δεύτερη αυτήν περίοδο.

¹⁰  Βλ.: «Μόνον ολίγον καιρόν αφού έφθασε εις Κέρκυρα έγραψε και δημοσίεψε χειρόγραφην (1829) την Ωδή της Μοναχής, από την οποία φαίνεται ότι κανένα ποιητικό ύψος δεν τον εδείλιαζε»: Ιάκωβος Πολυλάς, ό.π., 70-71.

¹¹ Λίνος Πολίτης, «Χρονολογικά ζητήματα σε ποιήματα του Σολωμού» [1944]: Γύρω στον Σολωμό. Μελέτες και άρθρα (1938- 1982), Αθήνα, Μ.Ι.Ε.Τ 31995, 117.

¹² «[Η Φαρμακωμένη] είχε δημοσιευτή πολλές φορές σε ανθολογίες (Στίχοι ηρωικοί και ερωτικοί, Αθήναι 1834, 1838. Ανθολογία, Αθήναι 1835. Άσματα διαφόρων ποιητών, Ναύπλιον 1835. Η Ευτέρπη υπό Αθ. Γέλη, Αθ. 1848. Η Λύρα του Απόλλωνος . . . . Ζάκυνθος 1851, κ.ά. – όμως σημαντικά αλλοιωμένο και με την προσθήκη στο τέλος μιας ή δύο νόθων στροφών. […]. Ο Πολυλάς σημειώνει: ‘δεν υπάρχει εις τα χειρόγραφα, αλλά ετυπώθηκε ακριβέστατα εις το περιοδικό φύλλο Η Πανδώρα (έτος 1857) όπου την έστειλα τότε με την άδεια και υπαγόρευση του ποιητή’»: Διονυσίου Σολωμού, Άπαντα (επιμ.-σημ.: Λίνος Πολίτης), τ.Α ́: Ποιήματα, Αθήνα, Ίκαρος 61993 [1η έκδ.: 1948], 347.

¹³ Σπυρίδων Ζαμπέλιος, «Πόθεν η κοινή λέξις τραγουδώ; Σκέψεις περί ελληνικής ποιήσεως» (1859): Σολωμός. Προλεγόμενα Κριτικά Στάη – Πολυλά – Ζαμπέλιου, (επιμ.: Α.Θ. Κίτσος – Μυλωνάς / επίμ.: Νίκος Καλταμπάνος), Αθήνα, Εκδόσεις Γαβριηλίδη 22004, 171-172.
14 Ό.π., 152.

Κατεβάστε – Αλλοτύπωτος γερμανισμός στον Διονύσιο Σολωμό [A. Αντζουλής] 2019