Κατερίνα Τσιτσεκλή (Συγγραφέας – Μεταφράστρια)

Για τον ποιητή του κενού Ανδρέα Γεωργαλλίδη

[Ανδρέας Γεωργαλλίδης, Χρώματα απέναντι (μτφρ: αγγλική, γαλλική, γερμανική, ισπανική, ιταλική, ρωσική, τουρκική), Leicester, Troubador Publishing 2007 | Ανακοίνωση | «Σπίτι της Κύπρου» | Αθήνα, 26 Φεβρουαρίου 2008 | Προσβάσιμη στο διαδίκτυο: http://www.kypriwnerga.com/site-artist-9-gr.php (10.04.2012)]

Η ποιητική συλλογή «Χρώματα Απέναντι» του Ανδρέα Γεωργαλλίδη είναι ένα μεγάλο ποίημα που σκόρπισε σε στίχους θραύσματα, όπως τα χρώματα που ζωγραφίζει ο ποιητής με τις λέξεις του, τα χρώματα ενός εσωτερικού ηλιοβασιλέματος ή καλύτερα μιας εκθαμβωτικής ανατολής. Οι στίχοι θαρρείς ταιριάζουν και κουμπώνουν μεταξύ τους δημιουργώντας ένα μήνυμα, διαγράφοντας μια μορφή, εκδηλώνοντας μια επιθυμία. Ο αναγνώστης καλείται να περισυλλέξει αυτό το παζλ των λέξεων, να αποκαλύψει το μύχιο τους μήνυμα, να βαδίσει με γνώμονα τις λέξεις για να χαρτογραφήσει την ψυχή του ποιητή, να ανασυνθέσει το ποίημα. Κλειδιά του για να ακολουθήσει τον ποιητή είναι ο έρωτας, η απουσία, οι αναμνήσεις, η συγκίνηση, η μουσική των λέξεων.

Ο ποιητής γκρεμίζει τον ουρανό για να αποκαλύψει έναν άλλο με περισσότερο γαλάζιο, επινοεί μια Πέμπτη εποχή. Αφήνει τη σιωπή απέναντι, για να ταξιδέψει εκεί που το πιάνο βυθίζεται, εκεί που η σιωπή τραγουδάει και τα χρώματα σχηματίζουν το περίγραμμα προσώπου αγαπημένου. Ακολουθεί τον ήχο μιας εσωτερικής μουσικής, το μονοπάτι που είναι γνωστό σε όλους τους ποιητές, το μονοπάτι των αναμνήσεων. Είναι μεγάλο το ταξίδι για να φθάσει εκεί, σε αυτό τον τόπο αλλού, στο τέλος του χρόνου, στο τέλος των συμβάσεων, για να ακούσει το βουβό κονσέρτο, για να συναντήσει τη μούσα. Πηγαίνει εκεί χωρίς αποσκευές, αφήνει πίσω του ατακτοποίητα γεγονότα, ώστε επίλογος να μην υπάρχει … Σκοπός του ταξιδιού είναι να παραδώσει ένα ανεπίδοτο γράμμα, να ανοίξει ένα παράθυρο για να ατενίσει από εκεί το όραμα. Αποστέλλω λοιπόν ένα παράθυρο κενού στη σιωπή της σιωπής, θα πει. Ω, ναι! Είναι δύσκολο. Ο ποιητής κέρδισε επάξια το περιθώριό του για να φιλοξενηθεί στο χώρο.

Ο ποιητής ανταμώνει εκεί τη βαθύτερη αλήθεια του. Δεν υπάρχει πια χρόνος, δεν υπάρχουν μεταμφιέσεις, λογικά χρώματα σε τούτο το φως, υπάρχουν μόνο δυο σκιές ζωγραφισμένες του ίδιου μη λογικού χρώματος. Βλέπεις ένα άλλο γαλάζιο, κοιτάζει το φως στα μάτια, η αγάπη γίνεται ουρανός. Συμμετέχει σε αυτή τη βουβή κοσμική μελωδία που είναι πάντα εκεί και ωστόσο μόνο τις στιγμές της έμπνευσης ακούει. Νιώθει σολίστας χωρίς θεατές της κοσμικής μελωδίας. Εκεί προσκαλεί την αγαπημένη για να ακυρώσει σιωπηρές αρνήσεις, για να της κοινωνήσει τη βαθύτερη αλήθεια του. Αν ήξερα το σχήμα του ουρανού θα σε ζωγράφιζα με χρώματα γαλάζια, θα της πει, και παρακάτω θα αναρωτηθεί: γιατί κανένας ήλιος δεν έγινε υπηρέτης των ματιών σου. Προσπαθεί να αναμεταδώσει στον αναγνώστη αυτή τη θεϊκή ανατριχίλα που δεν είναι τίποτα άλλο παρά το άγγιγμα της μούσας. Άλλοτε νιώθει άτρωτος και άλλοτε οι λέξεις, τα εργαλεία του, τον προδίδουν και παραμένει αδύναμος: Ας προσπαθήσει ο παραλήπτης να αναγνώσει τούτη τη λευκή σελίδα και με υπομονή να μετρήσει τις τόσες ανύπαρκτες λέξεις της, θα πει. Αλλά και ποιος ποιητής, και ποιος δημιουργός δεν αισθάνθηκε την ίδια αδυναμία όταν η στιγμή της μέθεξης έχει χαθεί, όταν ακόμα θαμπωμένος από την πανδαισία των χρωμάτων, από την αρμονία της συμπαντικής μουσικής, προσπαθεί να αναπαραγάγει έστω και ένα ελάχιστο κάτι από όσα έχει δει και αισθανθεί; Πόσο φτωχές φαίνονται τότε οι λέξεις, οι λέξεις που ως εκείνη τη στιγμή εμφάνιζαν το πλήρες νόημά τους, την εσωτερική αλήθεια τους. Ο Γεωργαλλίδης επιστρατεύει με σιγουριά, μια τεχνική γραφής φειδωλή, αφαιρετική, που φλερτάρει με τον υπερρεαλισμό, όσον αφορά τη φαντασία και την εικόνα, χωρίς ωστόσο να ματαιώνει το νόημα.

Γεμάτος αυτοσαρκασμό, λογοπαίγνια και αντιφάσεις – αφιερώνει την ποίηση του στη σιωπή της σιωπής – καταθέτει το προσωπικό ποιητικό στίγμα του. Ποίηση που θέλοντας να μιλήσει για το βαθύτερο και το ουσιαστικό περιφρονεί τις συμβάσεις και θυμίζει αντανάκλαση γραμμένης λέξης στον καθρέφτη, όπως τόσο ποιητικά είχε κάποτε ορίσει ο Νικόλας Κάλας την εικονική αναπαράσταση της αντι-λογικής κάποιων κειμένων.

Όταν η πραγματικότητα γίνεται ύφαλος που πάνω της κινδυνεύει να ναυαγήσει το όραμα του ποιητή, εκείνος καταφεύγει σε εκείνο τον τόπο αλλού που ίσως δεν είναι παρά ένα ιδανικό νησί, μια εξιδανικευμένη πατρίδα, του έρωτα των παθών και των πόθων.

Κατεβάστε – Χρώματα απέναντι [Κ. Τσιτσεκλή] 2012