Φλωρεντία Κυπριανού
(Φιλόλογος – Κριτικός Λογοτεχνίας)

Η ποίηση του Ανδρέα Γεωργαλλίδη. Η ποιητική συλλογή Παγωμένο κενό στους 516°C

[Ανδρέας Γεωργαλλίδης, Παγωμένο κενό στους 516° C, Λευκωσία, Νεγκρέσκο 2001 | Κριτικό Σημείωμα | Πρώτη δημοσίευση: Περιοδικό Νέα Εποχή, τχ. 272-273 (2002)]

Στα ποιήματα των συλλογών του Ανδρέα Γεωργαλλίδη τα μοτίβα της άρνησης, της φυγής, της ανυπαρξίας της απαξίωσης και του εγκλεισμού, «περιπατούν» με κβαντικό βηματισμό τον οποίο για να ακολουθήσεις απαιτούνται όχι μόνο φυσικομαθηματικές γνώσεις αλλά και βιώματα του «Παγωμένου κενού» της εποχής μας.

Η έννοια του χαμένου κέντρου σε μια μεταμοντέρνα εκδοχή είναι κάτι που διατρέχει την ολόκληρη τη συλλογή, ενώ οι εξειδικευμένες επιστημονικές γνώσεις που εξυπακούει καθιστούν την πράξη της ανάγνωσης τη μύηση μας σίγουρα σε έναν ποιητικό γαλαξία όπου τα πάντα περιστρέφονται και αιωρούνται σε έννοιες, αριθμούς, σχέσεις, έλξεις και απωθήσεις, σε ένα «ραγισμένο χάος».

Προς μια ποιητικοποίηση της Φυσικής
Είναι μάλιστα πολύ ενδιαφέρον να επιχειρήσουμε την ερμηνεία του ποιητικού αυτού φαινομένου της ποίησης του Γεωργαλλίδη-γιατί κακά τα ψέματα είναι φαινόμενο- με όρους της Φυσικής και ειδικότερα της θεωρίας των Κβάντων. Επιχειρούμε έτσι όχι μόνο την επιστημονική ανάγνωση της Τέχνης αλλά κάτι ακόμη ριζοσπαστικότερο: την ποιητική ανάγνωση της Φυσικής.

Έτσι, το ηλεκτρικομαγνητικό κύμα παίρνει στην ποίηση του Γεωργαλλίδη όλο και πιο ψυχικές ιδιότητες ενώ τα εξωτερικά ερεθίσματα για τη συγγραφή δεν είναι παρά η προσπίπτουσα ακτινοβολία που διαθλάται αποσπασματικά σε μια ραγισμένη ποίηση ενός χαμένου κέντρου. Τα αντιθετικά μοτίβα της ποίησής του αντλούν τον δυϊσμό τους από την κβαντική θεωρία ενώ ο ποιητής μεταμορφώνεται σε ένα μέλαν σώμα: ένα σώμα που απορροφά όλη την προσπίπτουσα ακτινοβολία και όλες τις συχνότητες, ένα «ταχυόνιο που τείνει πάντα για επίσκεψη» σε ένα «γεωμετρικό κέντρο» με πυξίδα το μαγνητισμό και τη βαρύτητα: ψυχρές αλλά σίγουρες αξίες σε ένα καιρό ανασφαλούς «ανθρωπισμού» και απομάκρυνσης.

Το γραμματικό μικροσύμπαν
Πέρα όμως από τη Κβαντικότητα της ποίησης του, τα ποιήματα του προβάλλονται και σε ένα πολύ ασυνήθιστο περιβάλλον..στίξης.αφού μια παρένθεση γίνεται το θέμα ποιήσεως, όπως και η επιλογή προσώπου στο «Τρεις τελείες. Η σιωπηρή εκφραστικότητα συναισθημάτων των σημείων στίξης είναι κάτι που γοητεύει τον ποιητή, που γυρεύει κάτι πέρα από τις λέξεις, και δείχνει αυτόν ακριβώς του τον αγώνα: να δώσει ύπαρξη στην (φαινομενική) ανυπαρξία, να κοιτάξει τα πάντα με νέο μάτι, να δώσει φωνή σε κάθε ψευδαίσθηση, σε κάθε «δαντική ακυριολεξία» διακρίνοντας τις «αγενείς αποστάσεις» («Ενόραση»)

Ο αναπόδραστος εγκλεισμός
Ένα χαρακτηριστικό μοτίβο που εμφανίζεται συχνά σε όλές του τις ποιητικές συλλογές είναι η έννοια του χαμένου αντικλειδιού («Γιατί εμμένω») , του παραθυριού της ντροπής («Είσοδος ή έξοδος») του εφεδρικού λαμπτήρα (στο ομώνυμο ποίημα). Ο ποιητής βιώνει με άλλα λόγια τη μορφή ενός αναπόδραστου εγκλεισμού, στον οποίο και παγιδεύτηκε αγνοώντας τις εναλλακτικές του επιλογές, παραμελώντας την πρόληψη. Επίσης, η έννοια της φυγής τόσο στο «Σκευωρία» όσο και στο «Είσοδος ή έξοδος» σηματοδοτούν την εναρμόνισή του σε ένα περιβάλλον άρνησης με το οποίο ο ποιητής συμβιβάζεται αυτοεξαπατώμενος αλαζονικά , εκμεταλλευόμενος παράλληλα τα ποικίλα επιχειρήματα που του προσφέρει ο σχετικισμός και οι ποικίλες ερμηνείες. Οι αξίες θα λέγαμε χαμαιλεάζουν αλλά και περιστρέφονται ανάποδα και μεταλλαγμένα καθιστώντας τον ποιητικό «καμβά» εξαιρετικά «τετραδιάστατο».

Ο εγκλεισμός ακόμα, βιώνεται στο « Ναυμαχία Ξηράς» σαν η αδυναμία «κατανομής» του ποιητή. Εδώ όμως δεν έχουμε την έννοια της φυγής αλλά της μαχητικότητας. Μιας μαχητικότητας όμως αυτεπίστροφης και φασματικής με την έννοια ότι δεν κατανέμεται παρά ενεργειακά «σε εσφαλμένες ανισορροπίες περασμένων χρόνων». Σε μια όπως λέει και ο ποιητής «συντηρητική επανάσταση».

Η εναλλακτική υπερβατική πραγματικότητα
Η έννοια ακόμη του απολύτου προσεγγίζεται στο ποίημα «Απόλυτο» με ένα ερωτικό αντιλογικοκρατικό και ενοραματικό τρόπο, που αγνοείται χωρίς αυτό να του στερεί την «τάξη» και την ύπαρξη. Μια τάξη και μια ύπαρξη που όλως παραδόξως θέλει την αποξένωση να αποτελεί απαραίτητο παράγοντα της επικοινωνίας αλλά και της απόλυτης άρνησης, όπως φαίνεται στον «Διάλογο». Η έννοια της απουσίας και της στέρησης,όμως αυτή, είναι χειροπιαστή( βλ. «Αυτόπτης Ανυπαρξία», «Απύθμενα») μόνο βέβαια από τον ποιητή, ο οποίος αθροίζει τις αλλεπάλληλες αρνήσεις της πραγματικότητας του δίδοντάς τους θετικό πρόσημο και μια κατά κάποιον τρόπο ύπαρξη, μια νέα δική του πραγματικότητα.

Η «Ασυνέχεια της Συνέχειας»

Μια πολύ ενδιαφέρουσα παράθεση ποιημάτων σε συνέχειες με αριθμητικούς δείχτες για τίτλους έχουμε με την «Ασυνέχεια της Συνέχειας». Σε μικρά ποιήματα με συνειρμικούς αρμούς δίδεται και μια μορφολογική πέραν από την σημασιολογική, άποψη των Κβάντων μια και τα ποιήματα παραπέμπουν στα στοιχειώδη ποσά ενέργειας για τα οποία μίλησε ο Πλανκ και τα οποία διαδίδουν ασυνεχώς την ακτινοβολούμενή τους ενέργεια. Το παιχνίδι των παραπομπών παίζεται λοιπόν και σε μορφικό επίπεδο με την αποσπασματική παράθεση με την ασυνεχή τους συνέχεια.

Προς μια ποιητική αποδόμηση
Στο ποίημα «Όρθια κτίρια» έχουμε ένα παιχνίδι για την εξαπάτηση των κρυμμένων εννοιών, σε ένα συγκείμενο αρχιτεκτονικό, που αναδίδει την έννοια του ρυθμισμένου, με αρμό την οικο-δομή, την μεσα-δομή, και την υπερ-δομή.

Έχουμε λοιπόν στην αρχή το περιπλανώμενο βλέμμα του ποιητή, που προκαλούμενος από την άρνηση της θέασης διερωτάται, φαντάζεται, καταλήγει, απορρίπτει. Οι ερμηνείες που δίδει σπάζουν από μέσα τη δομή και τη «λογική» του κτιρίου: Από τη μέσα-δομή «συσκότιση» περνούμε στην έξω-δομή «περαστικοί», στην οποία και μετάσχει και ο ποιητής για να περάσουμε στην ολική θεώρηση της αρχιτεκτονικής αισθητικής που τα συνδυάζει όλα υπερ-δομικά. Έχουμε όμως και την υπο-δομή «παλαιό κτίριο» , που καταρρίπτεται και αυτή με τη σειρά της. Πώς καταρρίπτονται; Μα φυσικά με την αιτιοκρατική δικαιολόγηση των ρόλων που εκτελούν και με τον φωτισμό του ανεξήγητου, μυστηριώδους και προκλητικού τους είναι.

Η ποίηση ωστόσο του Γεωργαλλίδη δεν καταρρίπτεται τόσο εύκολα παρόλα τα πυρά που η αδέξια μας κριτική εκτόξευσε, μια και «δεν παραδίδεται ποτέ στις εκπτώσεις» και «δεν ασχολείται με ποσοστά» («%»).Και αυτό ίσως γιατί ο Γεωργαλλίδης:

« Καταργήθηκε έτσι,
κρύβοντας ακόμα και τη σκιά του. Κατατάχτηκε στο χώρο των αφαιρέσεων ψάχνοντας την απομόνωση της δυστυχίας του. Η αντισυμμετρική σιωπή
δεν περπάτησε το φόβο του μυαλού του. Πίστευε απροσδόκητα,
γι’αυτό και το μέλλον
δεν μπορούσε να τον ανατρέψει περισσότερο. Κούραζε τα βήματά του
αλλά δεν παραδόθηκε ποτέ στις εκπτώσεις. Τον ενοχλούσαν πολύ τα ποσοστά»

(Ανδρέα Γεωργαλλίδη «%»)

Γι’αυτό και σε μια εποχή ποσοστών και μιζών ο Γεωργαλλίδης επιμένει πεισματικά εμπορικά ανέκδοτος. Η ποιητική του ωστόσο συλλογή είναι πολύτιμη για τον καθένα αν θέλει ζωντανά ακόμη τα φωτόνια του….

Κατεβάστε – Παγωμένο Κενό Στους 516 C [Φ. Κυπριανού] 2002