Γιώργος Μύαρης
(Φιλόλογος – Κριτικός)
Η ποιητική συλλογή Το πιάνο κόπασε του Ανδρέα Γεωργαλλίδη
[Ανδρέας Γεωργαλλίδης, Το πιάνο κόπασε (μουσική: Βασίλης Σωκράτους / Ανάγνωση: Πάμπος Σακκάς), Αθήνα, TGA 2011 | Κριτικό Σημείωμα | Προσβάσιμο στο διαδίκτυο: http://www.poiein.gr/archives/22802 (10.5.2013)]
«Το πιάνο κόπασε» αποτελεί συναγωγή σαράντα παλιών και, κυρίως, νέων ποιημάτων του Ανδρέα Γεωργαλλίδη. Ως κείμενα ενσωματώνονται στα συνοδευτικά υλικά ενός ψηφιακού δίσκου. Τα ποιήματα επενδύθηκαν μουσικά με συνθέσεις του νεαρού πιανίστα, Βασίλη Σωκράτους γραμμένες για το συγκεκριμένο ποιητικό έργο και απαγγέλλονται από τον ραδιοφωνικό παραγωγό, Πάμπο Σακκά.
Ο «τόπος» της ποιητικής τέχνης του Ανδρέα Γεωργαλλίδη ανιχνεύεται στην Εδέμ της Φιλοσοφίας, τόπος δυνάμει εχθρικός προς κάθε νοητικό φραγμό, αισθητικό ή και εξουσιαστικό προπατορικό αμάρτημα.
Το παιχνίδι των αλλοτριωμένων υποκειμένων και σημασιών τον γοητεύει και η υπονόμευση των α-νοησιών στο επιστημονικό και το κοινωνικό πεδίο τον συναρπάζει.
Άλλοτε συνωμοτεί με στοχαστική αποστασιοποίηση ενάντια στο δεδομένο κοινό γούστο. Άλλοτε πυροδοτεί με νεολογισμούς και υπερπραγματικές εικόνες την ανατροπή στο λεκτικό φορτίο και στη νοηματοδότηση του σύμπαντος κόσμου, προχωρώντας ακόμη και στα έγκατα του ερωτικού πόθου [«Αντισεισμώ τις δονήσεις», «Έτσι», «Πλην όσων είπα», «Η σκιά του καθρέφτη», «Σημειώσεις», «Μεταξύ θάλασσας και ουρανού», «Θεέ της», ♫ , «Εύθραυστα σώματα», «Άστεγος»].
Ως δημιουργός και σκεπτόμενος πολίτης συνομιλεί με την αμφισβήτηση τετριμμένων νοοτροπιών και δράσεων, με την αντικατάσταση κατεστημένων καλλιτεχνικών «προτύπων», φιλολογικών ψιμυθίων, βεβαιοτήτων της επιστήμης και της φιλοσοφίας [«Σε μη λογικό χώρο» , «Αφιλόξενες θάλασσες», «Πρόσκληση», «Αιάντιος γέλως»].
Στην αφαιρετική τεχνική της ποίησης του Α. Γεωργαλλίδη συντελείται ο εναγκαλισμός μουσικότητας, λιτού στίχου και απρόβλεπτης εικόνας. Νοτίζουν όλα αυτά από τη φαντασία του ποιητή, μα ασφυκτιούν χωρίς τον εξάγγελο των εμπνεύσεων τίτλο του ποιήματος. Ακριβώς ο τίτλος στην αυθεντική λειτουργία του («Φασματικές τιμές», «Μια θ ά λ α σ σ α κομμάτια», «Η σκιά του καθρέφτη» ) ρυθμίζει τη δυναμική των εικόνων, ενισχύει τον εσωτερικό ρυθμό των στίχων και κάνει το ρέον μικροσύμπαν των λέξεων και των ήχων να εκβάλλει στην πολυσήμαντη σιωπή.
Χάρη σ’ αυτά η κρυπτικότητα ως ακρογωνιαίος λίθος της ποιητικής του τέχνης συνομιλεί με την αλληλοπεριχώρηση επιστημονικού και αισθητικού ή «λογικού» και «παράλογου», με τη σιβυλλική έκλαμψη της σκοτεινότητας [«Ενόραση», «Σπασμένα μη-λογικά χρώματα»].
Το έργο αυτό ως πνευματικό γεγονός εξακτινώνεται σε πολλές κατευθύνσεις: Ο χρόνος, ο ιστορημένος και ο υποκειμενικός, βιώνεται ως απώλεια. Η απομάκρυνση από ανασφάλειες και παίγνια της νεότητας είναι βασική διεκδίκηση. Η καθημερινή φθορά ως αιωρούμενη σκόνη, καθώς διεισδύει στον κλειστό κόσμο των συναισθημάτων και στον ανοικτό των δια-νοητικών και των διαδικτυακών διαμεσολαβήσεων. Το προσπέρασμα των ψευδαισθήσεων και το συναπάντημα με την αμφιβολία για το τέλειο, το ρυθμιστικό, το αμετάβλητο στο σώμα της κοινωνίας και της φύσης [«Κόκκινο δάσος».] Φυσικά φαινόμενα μοιάζουν λαγούμια υπονόμευσης στη ροή της ύπαρξης και στο «Φάντασμα του είναι». Γι’ αυτό και στην επαγωγική απλούστευση των «Άστατων χρωμάτων» φωλιάζει ο στίχος «δεν χιονίζει πια το καλοκαίρι».
Ο φόβος των πανταχηκίνητων ψυχικών διαθέσεων και καταστάσεων δυναστεύει τους αφιλοσόφητους ανθρώπους. Αλλά απελευθερώνει τις «οριακές αντοχές» ή ευτυχώς τιθασεύεται από τον ζωοδότη έρωτα και την αγάπη.
Σίγουρα δεν είναι άμεσα πιθανή και ούτε αδιανόητη η ενοποίηση του ποιητικού και του φιλοσοφικού στοιχείου σε όλη την ντελικάτη επικράτεια της ποίησης. Αυτή όμως φανερά υφίσταται στη συνείδηση και κατ’ επέκταση στη σύνολη δημιουργία του Ανδρέα Γεωργαλλίδη. Από το έργο του φωνή μοναδική ακούγεται, αν κι ο αναγνώστης προσεχτικά αφουγκραστεί.